Αυτοκτόνα ρε, τι σου ζητάνε;Αυτοκτόνα ρε, τι σου ζητάνε;Αυτοκτόνα ρε, τι σου ζητάνε;

“…γιατί άλλωστε η ασφάλεια ούτε παρεμπιπτόντως, που λένε,
δεν ασχολείται πια με μας…
” Χ. Μίσσιος.

 

Χτες αυτοκτόνησε ακόμη ένας χρεωμένος έλληνας. Σε σημείωμα είπε ότι αυτοκτόνησε γιατί τον έπνιξαν τα χρέη. Ο τρόπος που αναπτύσσεται σήμερα ο λόγος για την αυτοκτονία, από τα δελτία ειδήσεων και την συριζαϊκή (και πέρα) αριστερά κυρίως – ως επιχείρημα δηλαδή που αναδεικνύει την κακοδιαχείριση της … μνημονιακής πολιτικής στην ελλάδα, ή και ως καταγγελία ενός συστήματος “που μας κλέβει την ζωή” σε πιο ράντικαλ εκδοχές – αναδεικνύει ένα, προφανώς, λαϊκίστικο προφίλ (εξ όσων μιλάνε εκ μέρους των αυτοκτονημένων) αλλά αυτό είναι το προφανές, έτσι; Με μια βαθύτερη βουτιά στον λόγο αυτόν, τον περί αυτοκτονίας που αποκτά δημοσιότητα στους καιρούς της κρίσης, μπορεί καμιά/κανείς να αναγνωρίσει κοινωνικές σημασιοδοτήσεις περί του ‘εθελούσιου θανάτου’.

Οι έλληνες που αυτοκτόνησαν εν μέσω των τελευταίων τριών χρόνων προσμετρούνται καταρχήν. Από κάποια αριστερή συνιστώσα, άρχισαν να τους μετράνε. Έστω κι αν ο αυτόχειρας δεν είχε αφήσει σημείωμα, η αυτοκτονία έπαιρνε λόγο (ύπαρξης) εκ των υστέρων, από κάποια πολιτική προκήρυξη.

Εντάξει, η πολιτική εξέταση της αυτοκτονίας δεν ήταν ασυνεπής ως προς το γενικότερο πολιτικό κλίμα της εποχής. Ο λόγος περί “εθνικής κατάθλιψης” και “ελλάδας των λεξοτανίλ” είχε προηγηθεί εκ μέρους της δεξιάς του Σαμαρά. Επρόκειτο, τότε, για έναν λόγο ενοποιητικό, εθνικό βεβαίως. Πάνω στον οποίο και με όχημα τον οποίο ασκούταν εθνική πολιτική. Εθνική πολιτική σαν κι αυτήν που ασκείται και σήμερα – κυβερνητικά ή αντιπολιτευτικά, λίγη σημασία έχει πια – για να ικανοποιηθούν οι υπήκοοι απολαμβάνοντας το έθνος τους. Εξάλλου, πιστεύει κανείς στα αλήθεια ότι έχουν τα έθνη ‘ψυχικές ασθένειες’;

Έτσι γίνεται, όμως, και με τις αυτοκτονίες. Δηλαδή, εθνική πολιτική. Οι αυτόχειρες περιγράφονται είτε σαν θύματα ενός πολέμου, “του πολέμου του χρέους” (βλέπε debtocracy και άλλα ψαγμένα…) που διεξάγουν οι μοβόρες κυβερνήσεις “των προδοτών” εναντίον του καλού λαού, είτε – στην πιο πεζή μορφή – σαν μέσο πίεσης για “πιο κοινωνικά μέτρα” στην … διαπραγμάτευση με την τρόϊκα. Αυτά τα θύματα, μάλιστα, αυτού του πολέμου εμφανίζονται πάντα πολύ βολικά για τον πολιτικό λόγο σαν να ήταν κάποιοι απαθείς και κακόμοιροι άνθρωποι που όλη τους τη ζωή την πέρασαν κάτω από ένα μαστίγιο, ενώ το ξέρουμε καλά (όχι?) όλες και όλοι μας ότι κανείς δεν παίρνει δάνειο με το ζόρι από μια τράπεζα, ότι αρκετοί ήταν αυτοί που πίστεψαν μέσα στην 20ετία ότι θα παίρνουν δάνεια για πάντα και ότι η αποπληρωμή των δανείων είναι ένα εύκολο πράγμα αρκεί να ‘χεις καλή καρδιά και όρεξη για το greek dream…

Τέτοιες λυπητερές ιστορίες για το ποιον των ελλήνων και των δανείων τους ούτε βέβαια καμιά αριστερά θα τις πει… γιατί, από την άλλη, οι νεκροί αυτοί για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτό που λέμε “λευτεριάς λίπασμα”… Για να απεγκλωβίσω τη φράση από το λυρικό της περιεχόμενο και να το καταλάβουμε όλες/όλοι, ο ΣΥΡΙΖΑ τους χρησιμοποιεί αυτούς τους νεκρούς για να βγει κυβέρνηση. Οι αυτόχειρες, ίσως, μάλιστα, να είναι και το πιο αποδοτικό απελευθερωτικό υποκείμενο (προς ποδηγέτηση και καπέλωμα) για την ελληνική αριστερή πολιτική, μιας και όσα και να του προσδώσεις, αυτό δεν θα αναστηθεί για να σε διαψεύσει.

Είναι κάτι τέτοιες στιγμές που κανείς θα έπρεπε να αποκλείσει την αυτοκτονία από το προσωπικό του πρόγραμμα για να μην συληθεί η είδηση του θάνατου του σε καμιά εθνικιστική υστερία. Παρακαλούμε, μην αυτοκτονείτε τουλάχιστον στην ελλάδα! Ο θάνατος σας ενδέχεται να γίνει προεκλογικό σποτ εις βάρος όλων όσων θα συνεχίσουμε να ζούμε ακόμα λίγο!

Ένιγουει, τα media, τελικά, μυρίστηκαν το ψητό και τον πήραν από τον ΣΥΡΙΖΑ αυτόν τον λόγο … περί αυτοκτονιών κι άρχισαν κι αυτά να μετράνε αυτοκτονίες για να ασκούν τη δική τους “πίεση”… Ένα σημείωμα αυτόχειρα μπορεί να παίξει στις 8. Επιτέλους. Λίγη τηλεοπτικο-θεαματική σημασία στον θάνατο. Και το πιο διεστραμμένο όλων στον κόσμο του θεάματος; Όταν ο ίδιος ο αυτόχειρας πείθεται έτσι να αντιλαμβάνεται τον θάνατο του σαν event.

Το μέτρημα των αυτοκτονιών ελέω κρίσης είναι αλήθεια ότι άρχισε να γίνεται όλο και εντατικότερα από τη στιγμή που, τον περασμένο Απρίλη, στην πλατεία συντάγματος αυτοκτόνησε ένας “77χρονος συνταξιούχος”. Βοήθησε και η ταξική προέλευση του αυτόχειρα μιας και η πλειοψηφία των προηγούμενων και των μετέπειτα αυτόχειρων ανήκαν κυρίως στους μικροαστούς επιχειρηματίες. Την περίοδο που υπήρχαν ακόμη “αγανακτισμένοι” όλα αυτά. Και μετά την αυτοκτονία, “μπάχαλα”. Το σημείωμα που άφησε πίσω του ο αυτόχειρας αναδημοσιεύτηκε εξίσου σε φασιστικές και αριστερές σελίδες. Όλοι μπορούσαν να βρουν τον εαυτό τους εκεί μέσα. Έμπαιναν κοινωνικές αιχμές γύρω από τη μείωση των συντάξεων τις οποίες μπορούσε να εκμεταλλευτεί η αριστερά. Επίσης, στο σημείωμα οι πολιτικοί (που βασικά συμμετέχουν στην κυβέρνηση) χαρακτηρίζονταν ως “εθνικοί προδότες” (που θέλαν κρέμασμα). Εκεί έβρισκαν και οι φασίστες τον εαυτό τους. Σε άλλες φράσεις, όπως αυτή που έλεγε πως η κυβέρνηση Παπαδήμου είναι κυβέρνηση … “κατοχής” – υπονοώντας την ελληνική κυβέρνηση την περίοδο της γερμανικής κατοχής – τόσο αριστεροί όσο και φασίστες μπορούσαν να βρουν τον εαυτό τους. Λόγω της πράξης αλλά και λόγω του σημειώματος, η αυτοκτονία αυτή – θα μπορούσα να πω – ήταν η επιτομή του “κινήματος” των “αγανακτισμένων”, μιας και ο ριζοσπαστικός εθνικός λόγος συνάρθρωσης αριστερών και εθνικιστικών στοιχείων που έπαιξε στο σημείωμα, αποτέλεσε, κατά τη γνώμη μου, ένα ιδανικό καθρέφτισμα του τι πράγματι ήταν οι “αγανακτισμένοι” στο σύνολο τους και, κυρίως, βασικά αυτοί που έμειναν ζωντανοί.

Συγκρίνοντας τα Ανόμοια

Όταν άρχισε το μέτρημα των πρώτων νεκρών, επειδή είμαι σκατόψυχος μάλλον, δεν μπόρεσα να αντισταθώ στη σύγκριση με την αυτοκτονία πιτσιρικάδων κυρίως σε επαρχίες αλλά και σε μητροπόλεις που σε κάποια φάση της νεαρής τους ηλικίας και της ανακάλυψης ενός άλλου τους σεξουαλικού εαυτού, συναντήθηκαν με ορμή με τα επώδυνα ντουβάρια της ελληνικής δολοφονικής ομοφοβίας. Και, φυσικά, δεν μπόρεσα να αντισταθώ στη σκέψη πως κανείς δεν τους έχει μετρήσει αυτούς. Αυτούς που ένιωσαν να καυλώνουν με κάποιους κολλητούς τους και αμέσως μετά ένιωσαν ενοχές. Αυτούς που μετά ανοίχτηκαν σε κάποιον φίλο τους αλλά μάλλον ήταν ο λάθος φίλος να ανοιχτούν. Αυτούς που κρύφτηκαν αλλά όχι όσο έπρεπε και τους έπιασαν στα πράσα σε ένα δωμάτιο το οποίο τα βράδια ηλεκτριζόταν από ένα άλλο ηλεκτρονικό δωμάτιο στον υπολογιστή τους. Αυτούς που μεγάλωσαν με την “πουστιά” σαν την μεγαλύτερη οικογενειακή αμαρτία. Κι αυτούς που αποπειράθηκαν μέσα σε ένα περιθώριο επιτρεπτού να πιάσουν το λάθος μέρος του σώματος ενός φίλου. Και πάει λέγοντας.

Λοιπόν, σκέφτομαι προφανώς ότι αυτά τα σώματα δεν είχαν την ίδια σημασία για το ελληνικό έθνος, αν και δεν είχαν τίποτα να ζηλέψουν από το σώμα ενός 77χρονου συνταξιούχου. Και τα σημειώματα που συχνά δεν άφησαν μου θυμίζουν τη φράση του Marcel Duchamp πως τα καλύτερα ποιήματα δεν γράφτηκαν ποτέ, γιατί μείνανε σκισμένα ή κλειδωμένα σε συρτάρια. Επίσης, πως δεν έγινε πολιτική πάνω σε αυτά τα σώματα γιατί ο θάνατος τους αποδείχτηκε δίχως ιδιαίτερη κοινωνική σημασία. Ίσα-ίσα, η παραδοχή-ανάδειξη τέτοιων θανάτων μόνον κακό θα πρόσφεραν στην εθνική συνοχή. Σαν “εθνικοί προδότες”, που λέτε, θα φαίνονταν και ως νεκροί. Πιθανόν, να μην τους άφηναν να ησυχάσουν ούτε εκεί.

Καλά, που ζεις; θα πει κάποιος. Να προβληματοποιηθούν τέτοιοι θάνατοι στην ελλάδα, στην “ελλάς ελλήνων χριστιανών, σεξιστών, ομοφοβικών (συμπληρώστε ελεύθερα…)”; Ε, όχι, τέτοια πράγματα δεν τα περιμένει κανείς πια. Ο Μίσσιος το λέει στην αρχή. Έχει περίσσεμα ξεφτίλας αυτή η αριστερά πια. Η ελληνική. Που δεν μετράει τους θανάτους των μεταναστών. Που δεν μετράει τις δολοφονίες των μεταναστών. Που δεν μετράει τις αυτοκτονίες στις φυλακές. Που δεν μέτρησε καν τις αυτοκτονίες των δικών της ιστορικών νεκρών σε ξερονήσια και εξορίες. Που … που … που …

Σέβομαι απόλυτα την επιλογή της αυτοκτονίας κι αυτούς που βρέθηκαν απέναντι στο δίλημμα. Στο σουρεαλιστικό κίνημα της γαλλίας το δίλημμα τέθηκε και πολιτικο-φιλοσοφικά. Και η διάσπαση του κινήματος είχε άμεσα πρακτικά αποτελέσματα για κάμποσους που βγαίνοντας από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο δεν έβλεπαν το μέλλον τους σε καμία διακήρυξη, ούτε στο “να αλλάξουμε τον κόσμο” (Marx), ούτε στο “να αλλάξουμε τη ζωή” (Rimbaud). Μετά, λόγω μνησικακίας, δεν μπορείς παρά να αρχίσεις να αγαπάς και κάποιες αυτοκτονίες. Με σφαίρα στο κεφάλι; Με κόψιμο φλέβας; Με σκοινί; Με ελεύθερη πτώση στο κενό; Αδιάφορο. Follow your leader, λέει ένα αντιφασιστικό αυτοκόλλητο παραινώντας τους νεοναζί να ακολουθήσουν τον χίτλερ στην αυτοκτονία του. Έτσι. Αυτό παραμένει διαχρονικό! Τότε, βέβαια, έξω από το κρησφύγετο του αδόλφου βρίσκονταν κάμποσες ένοπλες δυνάμεις αντιφασιστών εκ μέρους του κόκκινου στρατού που είχε πάει βόλτα από τη μόσχα στο βερολίνο.

Σήμερα, κανείς δεν αναγκάζει τα εθνίκια να αυτοκτονούν. Ίσως η κρίση; Μπαίνω στον πειρασμό να ευχηθώ η κρίση να κρατήσει για πάντα στην ξεφτιλο-κοινωνία. Τα ρομαντικά βράδια μας να λέμε: Είδα έναν έλληνα να πέφτει… κι έκανα μια ευχή.

Stepanyan TSP, 03/12/2012

Δημοσιεύθηκε στην new stuff και χαρακτηρίσθηκε , , . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *