Στις 14/03/2013, η έντιμη δημοσιογραφία μόχθησε για να μην κλείσει τα μάτια μπροστά σε ένα νέο “ρατσιστικό“, όπως λένε, “παραλήρημα” των νεοναζί στην Βουλή. Ο κύριος βουλευτής Σερρών δήλωσε την αντίρρηση του για την παρουσία παιδιών μεταναστών στα σχολεία της χώρας. Το κόμμα του κύριου βουλευτή Σερρών ποντάρει στα σίγουρα: ο τρόμος μέσω της επανειλημμένης και επιτελεστικής του παρουσίας – ανάθεμα αν τα ΜΜΕ δεν έχουν μερίδιο σε όλο αυτό το σόου – να μας γίνει συνήθεια. Το φρικτό είναι ότι γίνεται συνήθεια. Οι μόνες απαντήσεις σε τέτοιου είδους φωτοβολίδες έρχονται μόνο από το mainstream πολιτικό σκηνικό ενώ η ελληνική κοινωνία σιωπηλά τρίβει τα χέρια της ανοίγοντας δρόμο για την επέλαση που ούτε οι νεοναζί είναι ακόμα ικανοί να κάνουν. Έχεις την αίσθηση ότι κάτι πεθαίνει κάθε μέρα αλλά ο θάνατος του δεν ανακοινώνεται καθώς αυτό που πεθαίνει, ο,τι κι αν είναι, σωριάζεται πίσω από τα κεντρικά φωτά και τις κουρτίνες της σκηνής. Η μετέπειτα συνέχεια, που θέλει την μια βαριά χειμωνιάτικη μέρα να διαδέχεται μια ηλιόλουστη και το αγχώδες σοκ να ακολουθεί η ρουτινιάρικη καθημερινότητα πασαλείφουν πρόχειρα και επικαλύπτουν την πληγή προσωρινά με λίγες γάζες ψευδαισθησιακής κανονικότητας.
Ο κύριος βουλευτής Σερρών, τρία χρόνια πριν, πρόβαρε με το συγκρότημα του, ίσως το πιο αγαπητό και κλασικό συγκρότημα στους κύκλους των ελλήνων νεοναζί, τους Pogrom, μουσικές με κεντρικό στίχο την βαθιά του αγάπη για το Άουσβιτς. Όταν αποκαλύφθηκε ότι ο τραγουδιστής των Pogrom είναι ο νέος βουλευτής Σερρών, η βαθιά αγάπη του για το Άουσβιτς δεν πλήγωσε την έντιμη δημοσιογραφία, την έντιμη δικαστική εξουσία, την έντιμη ελληνική κοινωνία, την έντιμη αριστερή αντιπολίτευση στην Βουλή ή εκτός. Τώρα όλες τους ή ούτε καν, μας είπαν πως σοκαρίστηκαν για την πρόταση του διαχωρισμού ελλήνων από μετανάστες μαθητές και μαθήτριες. Είναι προφανές ότι αυτές οι στιγμές βίας δεν θα περάσουν απαρατήρητες στο μέλλον, ακόμη κι αν ο βουλευτής Σερρών με τους φίλους του βγουν εκτός Βουλής στις επόμενες εκλογές – αυτό είναι κάτι σαν πρόβλεψη, βάσιμη – θα πρέπει να παραδεχτείτε – εφόσον η κρισή αποτελεί έναν καθρέφτη για την ασχήμια του τόπου αυτού και των ανθρώπων που τον κατοικούν. Εξάλλου, είτε τελικά ο διαχωρισμός των μαθητών και των μαθητριών βάσει εθνικότητας γίνει είτε δεν γίνει, δεν μπορεί να είναι αμελητέο ότι ένας κύριος βουλευτής δήλωσε την αγάπη για θαλάμους αερίων και κρεματόρια για Εβραίους (και ρομά, ομοφυλόφιλους, πολιτικούς αντιπάλους και άλλους).
Πρέπει να ‘μαστε, όμως, δίκαιοι. Υπάρχουν κι αυτοί κι αυτές που δεν έχουν μιλήσει ακόμα βέβαια. Ή που έχουν μιλήσει κατώτερα των περιστάσεων είτε γιατί προσπαθούν να καβατζωθούν ακόμα στις λογικο-συναισθηματικές κρυψώνες της ασφαλούς τους ζωής είτε γιατί συμπάσχουν μεν με τα θύματα αλλά με το σταγονόμετρο, βάζοντας έτσι μπροστά στη δυσκολία τους να αντισταθούν προσωπικά κόμπλεξ και προβλήματα σχέσεων που τους/τις έχει κληροδοτήσει ο κόσμος αυτός, ο οποίος παρεπιμπτόντως όμως – ξεχνάνε; – καταρρέει. Δυστυχώς, η φυγή αποτελεί την πρώτης προτεραιότητας λύση. Η φυγή από την συνέλευση, η φυγή από την χώρα, η φυγή από το συναίσθημα, η φυγή – εν τέλει – από το πρόβλημα. Αλλά αυτή είναι μια λύση που προφανώς μεταθέτει το ‘πρόβλημα’ αλλού. Τουλάχιστον, σε αυτές και αυτούς που θα μείνουν, έτσι δεν είναι; Ή σε αυτές και αυτούς που εκεί έξω χτυπιούνται μονότονα με την χιονοστιβάδα για να διασώσουν ο,τι απέμεινε. Κι αυτό θα έπρεπε να το αναγνωρίσουμε.
Ο Καρλ Κράους, ένας Εβραίος συγγραφέας από την Βιέννη και εκδότης της λογοτεχνικής εφημερίδας “Ο Πυρσός” (Die Fackel) απάντησε, όχι τόσο στον Ματθαιόπουλο όσο σε εμάς τους υπόλοιπους, από το 1933:
Μην ρωτάς τι έκανα όλο αυτό το διάστημα
Παραμένω σιωπηλός
Και δεν λέω γιατί
Κυριαρχεί σιωπή, διότι η γη εξερράγη
Καμιά λέξη πια που να ταιριάζει
Μιλά κανείς μόνο στον ύπνο του
Και ονειρεύεται έναν ήλιο που κάποτε χαμογελούσε
Θα περάσει
Η λέξη αποκοιμήθηκε, όταν ξύπνησε αυτός ο κόσμος
(Το ποίημα παρατίθεται στο κείμενο ‘172-364’ του Cafe Morgenland, Ιούνιος 2012, υπό έκδοση από το Antifa Negative)
Μην βιαστείτε να ταυτιστείτε με τον Κράους. Ήταν Εβραίος. Το ξεχάσατε κιόλας; Ευτυχώς πέθανε το 1936 από ασθένεια, για να μην καταλήξει σε τόπους αγαπητούς των ελλήνων βουλευτών.
Αν υπάρχει κάτι να κάνουμε, είναι να ΜΗΝ μιλάμε στον ύπνο μας, έτσι δεν είναι;
Stepanyan TSP, 23-03-2013