Το να εξοργίζεται κανείς όταν κάπου στην γερμανία (στην περίπτωση μας στο Βερολίνο-Hellersdorf), ο γεμανικός όχλος δηλώνει παρών και σχηματίζεται, ώστε να μπορέσει να επιτεθεί σε έναν καταυλισμό προσφύγων και στους ίδιους τους πρόσφυγες, που σημαίνει ότι θέλει να κάψει το κτίριο του πρώην σχολείου και να διώξει ή στην καλύτερη για αυτούς περίπτωση να τους εξοντώσει, δεν αξίζει τον κόπο. Αν παρόλα αυτά το κάνει κανείς, τότε θα πρέπει να ανεχθεί την κατηγορία μας ότι αυτό είναι είτε μια ψεύτικη οργή ή δεν έχει ιδέα που και σε ποια χώρα ζούσε όλα αυτά τα χρόνια.
Το να καταπιάνεται κάποιος με αναλύσεις για προφανείς ή μη αιτίες για αυτήν την σε τακτά διαστήματα εμφανιζόμενη συμπεριφορά των γερμανών, αξίζει να το κάνει μόνον αν πληρώνεται για αυτό, π.χ. σαν δημοσιογράφος, σαν κοινωνιολόγος, σαν πολιτικός επιστήμονας ή κάτι άλλο παρόμοιο. Ενας αντιρατσισμός που θέλει να καταλάβει με το τι έχει να κάνει στην γερμανία θα χρειαζόταν ελάχιστο από τον ελεύθερο χρόνο του για να ασχοληθεί με αυτό, μιας και δεν υπάρχει βαθύ υλικό για ανάλυση. Ο αριθμός των δυνατών συμπερασμάτων είναι πολύ περιορισμένος. Η διαφώτιση, το «να πάρουμε τον κόσμο από εκεί που βρίσκεται», να τους ασκήσουμε κριτική, να εκφράσουμε την οργή μας, να μιλήσουμε ενάντια στο kapital (κεφάλαιο) και στο kapitol (λευκός οίκος), να εκφράσουμε την δυσθυμία μας, να νουθετήσουμε, να ενθαρρύνουμε κλπ, κλπ, όλα αυτά είναι και παραμένουν δράσεις και πρακτικές της ίδιας ακριβώς αυτής κολεκτίβας της οποίας η ανάλυση της συμπεριφοράς επιδιώκεται, και την οποία είμαστε υποχρεωμένοι να την πάρουμε σοβαρά υπόψη ακόμα και στην απελευθερωτική της και την αριστερή της μορφή έκφρασης.
Το αργότερο μετά τα – με χαρακτήρα λαϊκού πανηγυριού – μαζέματα των γερμανικών νοικοκυριών εμπρός στους καταυλισμούς προσφύγων, στις κατοικίες ξένων και στα κτίσματα των εβραίων την δεκαετία του ‘90, δίνουμε σε όλους και όλες την συμβουλή πως στην γερμανία θα ήταν σοφό να μην διαχωρίζει κανείς το επίπεδο της ανταλλαγής γνωμών και επιχειρημάτων από το επίπεδο των επιθέσεων, αλλά να τα αντιμετωπίζει απλώς σαν διαφορετικές εκφράσεις της ίδιας κολεκτίβας. Οι ίδιοι οι γερμανοί φροντίζουν να το επιβεβαιώσουν αυτό το συμπέρασμα μας με κάθε ευκαιρία.
Για αυτό προτείνουμε νηφαλιότητα. Εδώ ισχύει η αρχή ότι για να γίνει μια σωστή δράση δεν αποτελεί προϋπόθεση της, η απόκτηση μιας βαθιάς κατανόησης των καθημερινών εμπειριών στην γερμανία.
Ήδη πριν από χρόνια, όταν ο φόνος και η εξόντωση, μετά από χρόνια κατάπαυσης λόγω εξωτερικών παραγόντων, επέστρεψαν σαν σύνηθες γερμανικό χόμπυ στο προσκήνιο, θεωρήσαμε από την πλευρά μας καταλληλότερο τρόπο για να εστιασουμε σε αυτά, κυρίως το «να ανεβάσουμε το κόστος της απόλαυσης του ρατσισμού όσο γίνεται ψηλότερα.» .
Σχετικά με το τελευταίο, υπήρξαν διαφορετικά σκεπτικά, το κάθε ένα ήταν μια ιδιάζουσα λογιστική πρόκληση. Μερικές τοπικές δράσεις μας μπορούν να αφηγηθούν την ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα της άμεσης φυσικής αντιπαράθεσης. Ακόμα και απλώς η γνώση ότι οι καθημερινές γερμανικές ρατσιστικές πρακτικές θα ήταν κατά πάσα πιθανότητα συνδεδεμένες με σωματικές και υλικές ζημιές για τους θύτες, βοήθησε στο να μπορούν μετανάστες να ασχολούνται με τα καθημερινά τους χωρίς ιδιαίτερη ενόχληση. Παρόλα αυτά, είμαστε πεπεισμένοι ότι και άλλες, και μάλιστα πιο ειρηνικές μέθοδοι μπορεί να είναι αποτελεσματικές. Δεν είναι δηλαδή απαραίτητη προϋπόθεση ο φόβος, ότι τα προβλεπόμενα θύματα θα χτυπήσουν με ανεξέλεγκτο τρόπο τους θύτες, όχι.
Έτσι, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να αποφευχθούν πολλές ασχήμιες, αν εφαρμοζόταν μια σχεδιασμένη και προγραμματισμένη εκκένωση των σπιτιών και κατοικιών των αυτόχθονων κατοίκων του Hellersdorf, ίσως όλων, ίσως και απλώς ενός τμήματος του. Περί του δικαιώματος παραμονής για εξαιρετικά βαριές περιπτώσεις μπορούμε να το συζητήσουμε. Μας ειναι συνειδητό ότι αυτή η πρόταση εμφανίζει μια σειρά προβλημάτων που πρέπει να λυθούνε. Για παράδειγμα: Που θα μεταφερθεί τόσος κόσμος? Ε, αυτό τουλάχιστον λέμε είναι το πιο εύκολο πρόβλημα. Γνωρίζουμε ένα σωρό μέρη που είναι κατάλληλα να τους υποδεχτούνε: Hoyerswerda, Rostock-Lichtenhagen ή Goldberg, είναι μερικά από τα πολλά κατάλληλα μέρη. Μέρη που είναι ήδη εξοικειωμένα με όλα αυτά, δεν είμαστε και απάνθρωποι εξάλλου. Άλλωστε, ένα σωρό εθνικά απελευθερωμένες περιοχές στέκουν στην διαθέση τους.
Η πρόταση μας από ηθική σκοπιά είναι άμεμπτη. Το τονίζουμε αυτό με όλη την μετριοφροσύνη μας. Διότι οι ιθαγενείς της συνοικίας Hellersdorf έχουν αποδείξει ανοιχτά και ειλικρινά, ότι δεν είναι σε θέση να κρατήσουν ούτε τους ελάχιστους κανόνες πολιτισμικών αρχών που καταχτήθηκαν με άπειρες θυσίες και απώλειες. Η παρουσία τους είναι έτσι άμεσος κίνδυνος για τους νεόφερτους κατοίκους, πράγμα που δεν είναι δυνατόν να ανεχθούμε. Και μια που δεν πρόκειται για κάποιον αφηρημένο αλλά για έναν εντελώς συγκεκριμένο κίνδυνο ενάντια σε μια εντελώς συγκεκριμένη ομάδα ατόμων, το να αποφευχθεί αυτός ο κίνδυνος άμεσα είναι άκρως απαραίτητο. Σκεφτείτε το σε αναλογία με την περίπτωση όταν βρισκουν μια βόμβα που δεν έχει σκάσει από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και πρέπει να την απενεργοποιήσουν, να την καταστήσουν ακίνδυνση, προτού εκραγεί. Μόνο που στην προκειμένη περίπτωση, επειδή δεν μπορεί να απενεργοποιηθεί επί τόπου, πρέπει να απομακρυνθεί. Αυτό το αποδεικνύουν και οι διάφορες εκδηλώσεις και διαληλώσεις συμπαράστασης προς τους πρόσφυγες που συναγωνίζονται η μία την άλλη στην αναποτελεσματικότητα και την αθωότητα τους.
Η γοητεία της προωθούμενης αυτής λύσης μας προέρχεται ανάμεσα σε άλλα και από το γεγονός ότι με το άδειασμα των σπιτιών και των κατοικιών, θα υπάρχουν δυνατότητες στέγασης, όχι μόνο για 200 αλλά σχεδόν ακριβώς για 76.606 άτομα. Αν πάρει κανείς και υπόψη του ότι θα έχουμε μια δραστική πτώση της νεοναζιστικής και λοιπής γερμανικής εγκληματικότητας, με παράλληλη άνοδο της ασφάλειας και της ζωής χωρίς φόβο των νέων κατοίκων, ανοίγουν κυριολεκτικά παραδείσιες προοπτικές.
Η πραγματοποίηση της πρότασης μας, επιπλέον, θα είχε πανγερμανικά άμεσες επιμέρους επιπτώσεις. Με την γνωστοποίηση της μεταφοράς τους, θα αρχίσουν οι αυτόχθονες κάτοικοι διάφορων περιοχών να ξανασκέφτονται αν θα είναι καλύτερα να υποδεχτούν τους πρόσφυγες με ανοιχτές αγκάλες αντί με αναμένους πυρσούς. Στο Billstedt, στο Insel, στο Wolgast, στο Eilendorf, στο Möhlau/Vockerode, στο Wandlitz, στο Wittenau, στο Krombach στο Unterfranken, στο Dortmund-Hörde, στο Wahren, στο Leipzig, στο Hacheney, στην περιοχη Ρουρ, στο Putzbrunn/Ottobrunn στο München, στο Reichertshofen, στο Oberbayern και σε πολλά, πάρα πολλά άλλα μέρη θα αρχίσουν να κάνουν υπολογισμούς, για το αν το κόστος για αυτούς πλέον θα είναι ψηλότερο σε σχέση με την ρατσιστική τους ηδονή.
Θα πρέπει φυσικά να ξέρουμε ότι θα έχουμε τον άνεμο ενάντια μας. Και από τα αριστερά. Καλέσματα ότι πρέπει να τους διαχωρίζουμε, ότι δεν είναι όλοι το ίδιο, ότι το θέμα είναι η όξυνση των αντιθέσεων, ότι πρέπει να δώσουμε την δυνατότητα σε κάποιους, κάπου, να υψώσουν την φωνή τους κλπ, κλπ, θα μας έρθουν απανωτά.
Ας τα αφήσουμε όλα αυτά πίσω μας. Όχι μόνο γιατί εδώ και μήνες και εβδομάδες είχαν όλες τις ευκαιρίες, αν το θέλανε, να κάνουν κάτι. Για παράδειγμα να χαλάσουν την αρμονία της κοινότητας τους, να σπάσουν τις καλές σχέσεις τους με τους γείτονες, να κάνουν κάτι το άσεμνο, να διαδώσουν τον φόβο ότι θα πέσουν οι τιμές των ακινήτων τους κλπ. Όχι, εμείς γνωρίζουμε πολύ καλά τα περί της διαφορετικότητας του γερμανικού τρόπου ύπαρξης. Και φυσικά υπάρχουν τέτοιοι και τέτοιοι. Είμαστε οι τελευταίοι που θα αρνιόμασταν την ύπαρξη διαφορετικών συμπεριφορών των γερμανών απέναντι στους ξένους τους. Ανάμεσα στην στοργική φροντίδα των ξένων από την μιά και στην εξόντωση τους την ώρα της δουλειάς τους από την άλλη (ιδιαίτερα σε κεμπαπτσίδικα και μανάβικα) υπάρχει ακόμα πολύ ζουμί να ξεζουμιστεί απ’ όλους.
Σε ό,τι αφορά εμάς, παραδεχόμαστε ότι δεν μας αρέσουν τα πειράματα. Προτιμούμε να κρατιόμαστε από το μοναδικό ίσως δίδαγμα που μας άφησε ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος: μόνο όταν βομβαρδίστηκαν οι πόλεις τους, μόνο όταν ισοπεδώθηκαν τα σπίτια τους, μόνο όταν νικήθηκαν και ταπεινώθηκαν, μόνο όταν μετατράπηκαν σε μικρά λουκάνικα, που «δεν θυμούνταν πια τις ακριβείς συνθήκες του γεγονότος» (την διαδικασία στους θαλάμους αερίων), τους ήρθε η ιδέα να δαμάσουν την συμπεριφόρα τους, για να αποφύγουν τις κυρώσεις εναντίον τους. Παρόλο που αυτό ήταν μάλλον μια ακτιβιστική προσαρμογή τους στις νέες συνθήκες, πιστεύουμε ότι και σήμερα είναι σε θέση, αν τα καταφέρουμε, να παράγουν τις ίδιες ιδέες και συμπεριφορές.
Café Morgenland, 25 Αυγούστου 2013